Από τη μαθήτρια του ΣΤ 2 Ειρήνη Κ.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία που έγραψε μια μαθήτρια και κέρδισε το πρώτο βραβείο σε ένα διαγωνισμό...
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία που έγραψε μια μαθήτρια και κέρδισε το πρώτο βραβείο σε ένα διαγωνισμό...
"Ήταν Αύγουστος του 531μ.Χ.. Η Ευδοκία, ένα αθώο κοριτσάκι, ζούσε με την οικογένειά της σε ένα κάπως επιβλητικό σπίτι στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τον μπαμπά της, τη μαμά της και τον αδερφό της. Ζούσαν πολύ ζεστά σε εκείνο το διώροφο σπίτι και δεν είχαν προβλήματα.
Ο πατέρας της ήταν έμπορος και γι’ αυτό είχαν διώροφο σπίτι. Η μητέρα της είχε εμπόριο υφασμάτων. Της Ευδοκίας της άρεσαν οι δουλειές των γονιών της. Όταν έλειπαν όμως από το σπίτι και εκείνη ήταν μόνη της στεναχωριόταν. Αλλά έπαιζε παιχνίδια στην αυλή ή κεντούσε. Από την άλλη ο αδερφός της ήταν στο σχολείο, αν και δεν ήταν καλός μαθητής και δεν έκανε τα μαθήματά του. Αυτό έδωσε μια ευκαιρία στην Ευδοκία: όταν ο αδερφός της, που τον έλεγαν Ευριπίδη και ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος από την Ευδοκία, ερχόταν από το σχολείο άφηνε την τσάντα κάτω από το τραπέζι και πήγαινε να παίξει. Τότε η Ευδοκία έπαιρνε την τσάντα του, έπαιρνε τις σημειώσεις του και καθόταν κρυφά και τα διάβαζε, μετά τα έβαζε κάτω από το μαξιλάρι της σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Επίσης διάβαζε όταν έλειπαν οι γονείς της. Έβλεπε και ξαναέβλεπε τις σημειώσεις του αδερφού της και τις έδινε και σε μια φίλη της, Άννα την έλεγαν. Τα απογεύματα παίζανε μαζί στην αυλή με τα θαυμάσια λουλούδια και μία μικρή πηγή. Η πόλη ήταν γεμάτη από πηγές. Έπαιζαν κουτσό και άλλα παιχνίδια.
Έτσι κυλούσε ήρεμα ο χρόνος. Η Ευδοκία συνέχιζε να κάνει το ίδιο πράγμα κάθε μέρα, να διαβάζει κρυφά από όλους. Ένα μεσημέρι του 532μ.Χ. η Ευδοκία άκουσε τον μπαμπά της να λέει πως θα μαζευτούν όλοι οι στασιαστές και θα πάνε να διαμαρτυρηθούν στον ιππόδρομο για τα νέα μέτρα του Ιουστινιανού. Τότε η Ευδοκία ανησύχησε γιατί ήξερε ότι μέσα σε αυτούς που θα πάνε εκεί είναι και ο θείος της. Τελικά οι ανησυχίες της βγήκαν αληθινές. Ο θείος της σκοτώθηκε μαζί με όλους τους άλλους στασιαστές με εντολή του Ιουστινιανού.
Η Ευδοκία θύμωσε, στεναχωρήθηκε και ένιωσε την καρδιά της να χτυπάει ανυπόταχτα. Εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Κάθισε στο παράθυρό της και κοιτούσε τα αστέρια μέχρι που την πήρε ο ύπνος. Τότε είδε ένα όνειρο. Ήταν η ίδια η αυτοκράτειρα και όλοι ήταν ευχαριστημένοι μαζί της. Όλοι είχαν λεφτά και δεν πήγαιναν να παραπονεθούν. Ήταν σπουδαία και ξακουστή. Συζητούσε με τον κόσμο και προσπαθούσε να λύσει τα προβλήματά τους.
Το άλλο πρωί που ξύπνησε πήρε μολύβι και χαρτί και άρχισε να γράφει ένα γράμμα στον Ιουστινιανό που έλεγε να αλλάξει τους νόμους για να μπορούν τα κορίτσια να έχουν ίσα δικαιώματα με τα αγόρια και να μπορούν να μορφωθούν σαν τα αγόρια για να μπορέσουν μια μέρα να μπουν στην πολιτική. Αυτό το γράμμα δεν πήρε απάντηση ποτέ. Έτσι συνέχισε να διαβάζει κρυφά για να καταφέρει μια μέρα να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα".
Πιστεύω οτι ήταν πολύ ωραίο για αυτό πήρε πρώτη θέση στο σχολείο της!!
Πηγή: Να σου πω μια ιστορία-Μικρός αναγνώστης
Ο πατέρας της ήταν έμπορος και γι’ αυτό είχαν διώροφο σπίτι. Η μητέρα της είχε εμπόριο υφασμάτων. Της Ευδοκίας της άρεσαν οι δουλειές των γονιών της. Όταν έλειπαν όμως από το σπίτι και εκείνη ήταν μόνη της στεναχωριόταν. Αλλά έπαιζε παιχνίδια στην αυλή ή κεντούσε. Από την άλλη ο αδερφός της ήταν στο σχολείο, αν και δεν ήταν καλός μαθητής και δεν έκανε τα μαθήματά του. Αυτό έδωσε μια ευκαιρία στην Ευδοκία: όταν ο αδερφός της, που τον έλεγαν Ευριπίδη και ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος από την Ευδοκία, ερχόταν από το σχολείο άφηνε την τσάντα κάτω από το τραπέζι και πήγαινε να παίξει. Τότε η Ευδοκία έπαιρνε την τσάντα του, έπαιρνε τις σημειώσεις του και καθόταν κρυφά και τα διάβαζε, μετά τα έβαζε κάτω από το μαξιλάρι της σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Επίσης διάβαζε όταν έλειπαν οι γονείς της. Έβλεπε και ξαναέβλεπε τις σημειώσεις του αδερφού της και τις έδινε και σε μια φίλη της, Άννα την έλεγαν. Τα απογεύματα παίζανε μαζί στην αυλή με τα θαυμάσια λουλούδια και μία μικρή πηγή. Η πόλη ήταν γεμάτη από πηγές. Έπαιζαν κουτσό και άλλα παιχνίδια.
Έτσι κυλούσε ήρεμα ο χρόνος. Η Ευδοκία συνέχιζε να κάνει το ίδιο πράγμα κάθε μέρα, να διαβάζει κρυφά από όλους. Ένα μεσημέρι του 532μ.Χ. η Ευδοκία άκουσε τον μπαμπά της να λέει πως θα μαζευτούν όλοι οι στασιαστές και θα πάνε να διαμαρτυρηθούν στον ιππόδρομο για τα νέα μέτρα του Ιουστινιανού. Τότε η Ευδοκία ανησύχησε γιατί ήξερε ότι μέσα σε αυτούς που θα πάνε εκεί είναι και ο θείος της. Τελικά οι ανησυχίες της βγήκαν αληθινές. Ο θείος της σκοτώθηκε μαζί με όλους τους άλλους στασιαστές με εντολή του Ιουστινιανού.
Η Ευδοκία θύμωσε, στεναχωρήθηκε και ένιωσε την καρδιά της να χτυπάει ανυπόταχτα. Εκείνο το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Κάθισε στο παράθυρό της και κοιτούσε τα αστέρια μέχρι που την πήρε ο ύπνος. Τότε είδε ένα όνειρο. Ήταν η ίδια η αυτοκράτειρα και όλοι ήταν ευχαριστημένοι μαζί της. Όλοι είχαν λεφτά και δεν πήγαιναν να παραπονεθούν. Ήταν σπουδαία και ξακουστή. Συζητούσε με τον κόσμο και προσπαθούσε να λύσει τα προβλήματά τους.
Το άλλο πρωί που ξύπνησε πήρε μολύβι και χαρτί και άρχισε να γράφει ένα γράμμα στον Ιουστινιανό που έλεγε να αλλάξει τους νόμους για να μπορούν τα κορίτσια να έχουν ίσα δικαιώματα με τα αγόρια και να μπορούν να μορφωθούν σαν τα αγόρια για να μπορέσουν μια μέρα να μπουν στην πολιτική. Αυτό το γράμμα δεν πήρε απάντηση ποτέ. Έτσι συνέχισε να διαβάζει κρυφά για να καταφέρει μια μέρα να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα".
Πιστεύω οτι ήταν πολύ ωραίο για αυτό πήρε πρώτη θέση στο σχολείο της!!
Πηγή: Να σου πω μια ιστορία-Μικρός αναγνώστης
πολυ ωραιο αρθρο
ΑπάντησηΔιαγραφή