από την μαθήτρια του ΣΤ3, Στέλλα Λ.
Κάθε φορά που περνούσα από την πλατεία του Ηρακλείου έβλεπα πρόσφυγες. Οι Έλληνες τους αποκαλούσαν ''ξένους'' και κάθε φορά τους προσπερνούσαν με μίσος. Ποτέ δεν κατάλαβα την νοοτροπία των ανθρώπων. Απορούσα πως κανείς δεν τους βοηθούσε! Για μένα αυτοί οι άνθρωποι είναι ήρωες! Πιστεύω πως θέλει μεγάλο θάρρος να εγκαταλείψεις την πατρίδα σου, την οικογένειά σου και να πας με ένα σαπιοκάραβο σε μια ξένη χώρα, μη γνωρίζοντας το μέλλον σου. Κανένας δεν θα ήθελε μια τέτοια φρικτή μοίρα.
Όμως δυστυχώς ξέσπασε πόλεμος στην Ελλάδα. Έχασα γρήγορα πολλούς ανθρώπους που αγαπούσα. Στο σπίτι μου κάποτε ηχούσαν γέλια, τώρα ακούγονται μόνο κλάματα. Μετά από λίγους μήνες, ο στρατός φώναξε τον πατέρα. Με δάκρυα και με θλίψη ο πατέρας μου έφυγε από την πατρίδα, μη γνωρίζοντας αν θα ήταν η τελευταία φορά που θα τον βλέπαμε. Πέρασε ένας χρόνος, όταν οι εχθροί μπήκαν ξαφνικά στο σπίτι μας. Εγώ πρόλαβα να κρυφτώ σε μια ντουλάπα, με αγωνία περίμενα να φύγουν. Άκουγα την μητέρα μου που τους μιλούσε! Πίστευα πως όλα θα πάνε καλά, όταν ξαφνικά άκουσα τα ουρλιαχτά της μητέρας μου και της αδελφής μου. Ήξερα ότι τώρα πια ήμουν ορφανή σε αυτήν την χώρα. Βγήκα από ντουλάπα και είδα στην κουζίνα τα δύο αθώα σώματα γεμάτα με αίμα. Πριν συνειδητοποιήσω το χάος που είχε συμβεί, ήρθε μια κυρία και με πήγε στο ορφανοτροφείο. Εκεί ήταν ένα σκοτεινό μέρος που άκουγες τις φωνές πείνας των παιδιών . Μένοντας πέντε μέρες σε αυτήν την κόλαση προσπαθώντας να ξεγελάσω την πείνα και τον πόνο μου με τις αναμνήσεις μου απ΄το σπίτι, μας ειδοποίησαν ότι θα φεύγαμε για Ιταλία. Μπήκα σε ένα σαπιοκάραβο με τον τρόμο στα μάτια. Καθώς αναχωρούσαμε αποχαιρέτησα την κατεστραμμένη Ελλάδα .
Στο ταξίδι μας πέθαναν πολλά παιδιά από την πείνα, άκουγα συνέχεια τα ουρλιαχτά τους. Με την ώρα βυθίστηκα στις αναμνήσεις των παλιών καλών καιρών. Πριν το καταλάβω, είχαμε ήδη φτάσει στην Ιταλία. Για πρώτη φορά ένοιωσα ξένη. Αμέσως μας μετέφεραν σε ένα ακόμη ορφανοτροφείο. Όλοι οι άνθρωποι μας κοιτούσαν με θλίψη στα μάτια. Μου έδωσαν ένα φωτεινό δωμάτιο. Εγώ απορούσα για το μέλλον. Θα αγαπηθώ ξανά;
Πέρασα έναν χρόνο στο ορφανοτροφείο. Τα παιδιά των διπλανών δωματίων βρήκαν νέες οικογένειες. Απομείναμε μόνο δύο, εγώ και η Μελίνα. Η Μελίνα έχασε τους γονιούς της όταν τους εκτέλεσαν οι εχθροί. Ξυπνούσα κάθε μέρα με ένα δάκρυ στο μάτι ελπίζοντας αυτό ζούσα να ήταν ένα κακό όνειρο.
Πέρασαν άλλοι δύο μήνες, όταν ξαφνικά μου είπαν ότι υιοθετήθηκα. Μου παρουσίασαν το αντρόγυνο που θα με φιλοξενούσε στο σπίτι τους. Πριν με πάρουν τους ζήτησα ένα λεπτό. Έτρεξα γρήγορα στο υπνοδωμάτιό μου και υποσχέθηκα σε μια φωτογραφία της οικογένειάς μου ότι ποτέ δε θα τους ξεχάσω και ότι πάντα θα είναι μέσα στην καρδιά μου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου